Μαύρος στα ολλανδικά
Μετάφραση: μαύρος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
schandelijk, zwart, zwarte, black
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μαύρος
μαύρος θάνατος, μαύρος πάνθηρας, μαύρος γάτος ναύπλιο, μαύρος πητ, μαύρος κύκνος, μαύρος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μαύρος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- μαύλισμα στα ολλανδικά - uitspatting, zwelgpartij, orgie, drinkgelag, corruptie, bederf, maflisma
- μαύρισμα στα ολλανδικά - tanen, leerlooien, looien, zwartmaking, blackening, afzwarting, zwart worden, ...
- με στα ολλανδικά - mij, me, met, met een, van, met de, bij
- μείωση στα ολλανδικά - inkorten, daling, dalen, afslaan, reductie, korting, verflauwing, ...
Τυχαίες λέξεις
Μαύρος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: schandelijk, zwart, zwarte, black
Μεταφράσεις: schandelijk, zwart, zwarte, black