Μελανιά στα ολλανδικά

Μετάφραση: μελανιά, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kneuzing, blauwe plek, blauwe plekken, bloeduitstorting, bruise
Μελανιά στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μελανιά

μελανιά στα χείλη, μελανιά στο νύχι, μελανιά στο μάτι, μελανιά στα αγγλικα, μελανιά στο πόδι, μελανιά λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μελανιά στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • μελαγχολικός στα ολλανδικά - onaangenaam, triestig, donker, droefgeestig, somber, troosteloos, bewolkt, ...
  • μελαγχολώ στα ολλανδικά - deprimeren, neerdrukken, kniezen, mope, druiloor, kniesoor, druilen
  • μελανιάζω στα ολλανδικά - kneuzing, blauwe plek, blauwe plekken, bloeduitstorting, bruise
  • μελαχρινός στα ολλανδικά - nacht, akelig, stuurs, bewolkt, onaangenaam, duisternis, triestig, ...
Τυχαίες λέξεις
Μελανιά στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: kneuzing, blauwe plek, blauwe plekken, bloeduitstorting, bruise