Μπερδεύω στα ολλανδικά

Μετάφραση: μπερδεύω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
rommel, warboel, verstrikken, verward geraakt, de zuivering van rook, zuivering van rook
Μπερδεύω στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μπερδεύω

μπερδεύω αγγλικά, μπερδεύω στα αγγλικα, μπερδεύω english, μπερδεύω τα λόγια μου, μπερδεύω τις λέξεις, μπερδεύω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μπερδεύω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • μπελάς στα ολλανδικά - opgave, moeilijkheid, vraagpunt, vraagstuk, bezwaar, kwestie, hinder, ...
  • μπερές στα ολλανδικά - beret, baret, muts, de Baret, baret van
  • μπερμπάντης στα ολλανδικά - ploert, boef, rotzak, schavuit, schoelje, schurk, schelm, ...
  • μπετό στα ολλανδικά - beton, cement, concreet, betonnen, van beton
Τυχαίες λέξεις
Μπερδεύω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: rommel, warboel, verstrikken, verward geraakt, de zuivering van rook, zuivering van rook