Νιώθω στα ολλανδικά

Μετάφραση: νιώθω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
betasten, gewaarworden, bevoelen, voelen, gevoel, aanvoelen, tasten, gevoelen, voelt, voel
Νιώθω στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νιώθω

νιώθω μειονεκτικά, νιώθω ετυμολογία, νιώθω νιώθω, νιώθω ενοχές, νιώθω μόνος, νιώθω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, νιώθω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • νισάφι στα ολλανδικά - nogal, basta, voldoende, tamelijk, vrij, genoeg, nisafi
  • νιφάδα στα ολλανδικά - vlok, schilfer, flake, vlokken, vlok van
  • νοίκι στα ολλανδικά - verhuren, pachten, huur, huren, scheur, huurprijs, te huur, ...
  • νοημοσύνη στα ολλανδικά - intellect, geest, verstand, intelligentie, intelligence, inlichtingen, inlichtingendiensten
Τυχαίες λέξεις
Νιώθω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: betasten, gewaarworden, bevoelen, voelen, gevoel, aanvoelen, tasten, gevoelen, voelt, voel