Ντεραπάρω στα ολλανδικά

Μετάφραση: ντεραπάρω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
slippen, uitglijden, slip, skid, steunbalk, pallet
Ντεραπάρω στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ντεραπάρω

ντεραπάρω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ντεραπάρω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • νταραβέρι στα ολλανδικά - transactie, ntaraveri
  • ντεμοντέ στα ολλανδικά - ouderwets, ouderwetse, de ouderwetse, verouderd
  • ντιβάνι στα ολλανδικά - canapé, divan, rustbank, boxspring, het Divan, divanbed, van Divan
  • ντοκιμαντέρ στα ολλανδικά - documentaires, documentaire
Τυχαίες λέξεις
Ντεραπάρω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: slippen, uitglijden, slip, skid, steunbalk, pallet