Slippen στα ελληνικά
Μετάφραση: slippen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραδρομή, γλιστρώ, ντεραπάρω, γλίστρημα, ολίσθημα, κουπόνι, ολίσθησης, ολίσθηση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- slip στα ελληνικά - σλιπ, κιλότες, σώβρακα, εσώρουχα, συνόψεις
- slipje στα ελληνικά - κιλότα, εσώρουχα, κιλότες, panties, κυλότα
- slof στα ελληνικά - καλάθι, πυγμαχώ, πανέρι, κουτί, κοφίνι, κάσα, παντόφλα, ...
- sloop στα ελληνικά - κατεδάφιση, καταστροφή, κατεδάφισης, κατεδαφίσεων, κατεδαφίσεις, την κατεδάφιση
Τυχαίες λέξεις
Slippen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραδρομή, γλιστρώ, ντεραπάρω, γλίστρημα, ολίσθημα, κουπόνι, ολίσθησης, ολίσθηση
Μεταφράσεις: παραδρομή, γλιστρώ, ντεραπάρω, γλίστρημα, ολίσθημα, κουπόνι, ολίσθησης, ολίσθηση