Ξέφωτο στα ολλανδικά

Μετάφραση: ξέφωτο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
glade, open plek
Ξέφωτο στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ξέφωτο

ξέφωτο θεσσαλονίκη, ξέφωτο λευκωσία, ξέφωτο συνώνυμα, ξεφωτο λαδάδικα, ξέφωτο ορισμός, ξέφωτο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ξέφωτο στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ξέστρο στα ολλανδικά - krabber, schraper, scraper, schraaporgaan, schraapijzer
  • ξέφρενος στα ολλανδικά - razend, fanatiek, hectische, frenetic, verwoede
  • ξίφος στα ολλανδικά - slagzwaard, degen, zwaard, het zwaard, sword, zwaards
  • ξακουστός στα ολλανδικά - roemvol, glorierijk, befaamd, glorieus, gevierd, gerenommeerd, welbekend, ...
Τυχαίες λέξεις
Ξέφωτο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: glade, open plek