Ξεθωριάζω στα ολλανδικά
Μετάφραση: ξεθωριάζω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
vervagen, verbleken, fade
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξεθωριάζω
ξεθωριάζω συνωνυμο, ξεθωριάζω αγγλικα, ξεθωριάζω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ξεθωριάζω στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- ξεδιπλώνω στα ολλανδικά - openmaken, unwrap, uitpakken, dus uitpakken, loskomen
- ξεθάβω στα ολλανδικά - opgraven, disinter
- ξεκάθαρα στα ολλανδικά - klaar, licht, zuiver, uitgesproken, helder, netto, duidelijk, ...
- ξεκάθαρος στα ολλανδικά - ondubbelzinnig, ondubbelzinnige, eenduidige, eenduidig, duidelijke
Τυχαίες λέξεις
Ξεθωριάζω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: vervagen, verbleken, fade
Μεταφράσεις: vervagen, verbleken, fade