Οδυνηρά στα ολλανδικά
Μετάφραση: οδυνηρά, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
pijnlijk, moeizaam, pijnlijke, tergend, op pijnlijke
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οδυνηρά
οδυνηρά συνώνυμα, οδυνηρά λεξικό γλώσσας ολλανδικά, οδυνηρά στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- οδοντίατρος στα ολλανδικά - tandarts, de tandarts, tand arts, tandarts te, dentist
- οδοντικός στα ολλανδικά - getand, tand-, tandheelkundige, tandheelkunde, tand, dentale
- οδυνηρός στα ολλανδικά - zeer, afgrijselijk, afschuwelijk, smartelijk, deerlijk, pijnlijk, ijselijk, ...
- οδυρμός στα ολλανδικά - weeklagen, klaaglied, weeklacht, jammerklacht, verzuchting, klaagzang
Τυχαίες λέξεις
Οδυνηρά στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: pijnlijk, moeizaam, pijnlijke, tergend, op pijnlijke
Μεταφράσεις: pijnlijk, moeizaam, pijnlijke, tergend, op pijnlijke