Οργώνω στα ολλανδικά
Μετάφραση: οργώνω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
omploegen, ploeg, doorploegen, ploegen, plough, plow
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οργώνω
οργώνω τις θάλασσες, οργώνω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, οργώνω στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- οργισμένος στα ολλανδικά - doldriftig, boos, kwaad, nijdig, verwoed, razend, woest, ...
- οργωτής στα ολλανδικά - orgotis
- ορδή στα ολλανδικά - horde, bende, de Horde, meute, Horde van
- ορειβάτης στα ολλανδικά - alpinist, bergbeklimmer, Mountaineer, Bergbeklimmer het, de bergbeklimmer
Τυχαίες λέξεις
Οργώνω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: omploegen, ploeg, doorploegen, ploegen, plough, plow
Μεταφράσεις: omploegen, ploeg, doorploegen, ploegen, plough, plow