Πίστα στα ολλανδικά

Μετάφραση: πίστα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
weg, rail, spoor, afdruk, baan, dansvloer, de dansvloer
Πίστα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πίστα

πίστα kart σπάτων, πίστα auto festival, πίστα αναρρίχησης, πίστα αιγινίου, πίστα καρτ, πίστα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, πίστα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • πίπα στα ολλανδικά - steel, pijp, roer, slang, leidingen, buis, kanaal, ...
  • πίσσα στα ολλανδικά - teren, teer, zeeman, tar, teer-, teergehalte, asfalt
  • πίστη στα ολλανδικά - vertrouwen, geloof, fiducie, effect, trouw, overtuiging, leerstuk, ...
  • πίστωση στα ολλανδικά - tegoed, citaat, aanhaling, krediet, credit, creditzijde, creditcard, ...
Τυχαίες λέξεις
Πίστα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: weg, rail, spoor, afdruk, baan, dansvloer, de dansvloer