Παραπονιέμαι στα ολλανδικά
Μετάφραση: παραπονιέμαι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
klagen, te klagen, klacht, beklagen, verwijten
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παραπονιέμαι
παραπονιέμαι συνώνυμα, παραπονιέμαι αγγλικά, παραπονιέμαι στο ντουνιά, παραπονιέμαι στα αγγλικά, παραπονιέμαι μετάφραση, παραπονιέμαι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, παραπονιέμαι στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- παραποιώ στα ολλανδικά - wijzigen, vervalsen, veranderen, onjuist aanhalen
- παραπονιάρικος στα ολλανδικά - klagend, klagende, klaaglijke, plaintive, klaaglijk
- παραστατικός στα ολλανδικά - toonbeeld, oneigenlijk, gedeputeerde, afgevaardigde, zaakbezorger, figuurlijk, zaakwaarnemer, ...
- παραστρατιωτικός στα ολλανδικά - paramilitair, paramilitaire, paramilitairen, de paramilitaire, paramilitary
Τυχαίες λέξεις
Παραπονιέμαι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: klagen, te klagen, klacht, beklagen, verwijten
Μεταφράσεις: klagen, te klagen, klacht, beklagen, verwijten