Περιζώνω στα ολλανδικά

Μετάφραση: περιζώνω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
omgorden, omringen
Περιζώνω στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: περιζώνω

περιζώνω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, περιζώνω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • περιεκτικός στα ολλανδικά - veelomvattend, ruim, uitgebreid, groot, lijvig, uitgebreide, alomvattende, ...
  • περιεργάζομαι στα ολλανδικά - aanstaren, staren, loeren, pry, wrikken, peutergereedschap, een pry
  • περιθωριακός στα ολλανδικά - marginaal, marginale, randnummer, de marginale
  • περιθώριο στα ολλανδικά - kant, rand, marge, marges, marge van
Τυχαίες λέξεις
Περιζώνω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: omgorden, omringen