Πιανίστας στα ολλανδικά

Μετάφραση: πιανίστας, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
pianist, pianiste, de pianist
Πιανίστας στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πιανίστας

κωνσταντίνου πιανίστας, πιανίστας ζητείται, πιανίστας χωρίς χέρια, έλληνας πιανίστας, πιανίστας ταινία, πιανίστας λεξικό γλώσσας ολλανδικά, πιανίστας στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • πιέτα στα ολλανδικά - plooi, tuck, opgetrokken, tast, de Plooi
  • πια στα ολλανδικά - langer, meer, niet meer, niet langer
  • πιατέλα στα ολλανδικά - schaal, grammofoonplaat, schotel, plateau, platter, plateautje
  • πιατικά στα ολλανδικά - aardewerk, China, porselein, van China, Chinese, China van
Τυχαίες λέξεις
Πιανίστας στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: pianist, pianiste, de pianist