Προφέρω στα ολλανδικά

Μετάφραση: προφέρω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verklaren, uitspreken, verkondigen, articuleren, verwoorden, som op
Προφέρω στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προφέρω

προφέρω στα αγγλικά, προφέρω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, προφέρω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • προτρέπω στα ολλανδικά - aansporen, drang, aandrang, dringen, dring
  • προτροπή στα ολλανδικά - aanmaning, vermaan, aansporing, vermaning, vermanen, vertroosting
  • προφήτης στα ολλανδικά - profeet, helderziende
  • προφίλ στα ολλανδικά - karakterschets, profiel, Profiel bekijken, het profiel, profileren, Profiel van
Τυχαίες λέξεις
Προφέρω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: verklaren, uitspreken, verkondigen, articuleren, verwoorden, som op