Πρόσληψη στα ολλανδικά

Μετάφραση: πρόσληψη, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
aanwerving, werk, dienst, werkgelegenheid, de werkgelegenheid, tewerkstelling
Πρόσληψη στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πρόσληψη

πρόσληψη μελών δεπ 2013, πρόσληψη 1.122 ατόμων στο υπ. πολιτισμού, πρόσληψη συνώνυμα, πρόσληψη 14 ατόμων στο εθνικό μουσείο σύγχρονης τέχνης, πρόσληψη τακτικού προσωπικού στην η.δι.κ.α. α.ε, πρόσληψη λεξικό γλώσσας ολλανδικά, πρόσληψη στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • πρόσκληση στα ολλανδικά - uitnodiging, invitatie, De Uitnodiging, uitnodiging van, de Uitnodiging van
  • πρόσκοπος στα ολλανδικά - schildwacht, verkenner, padvinder, Scout, verspieder, de Verkenner, verkenner van
  • πρόσμειξη στα ολλανδικά - additief, onzuiverheid, verontreiniging, onzuiverheden, onreinheid, verontreinigingen
  • πρόσοδος στα ολλανδικά - lijfrente, annuïteit, rente, annuity, uitkering
Τυχαίες λέξεις
Πρόσληψη στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: aanwerving, werk, dienst, werkgelegenheid, de werkgelegenheid, tewerkstelling