Πυροβολισμός στα ολλανδικά
Μετάφραση: πυροβολισμός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
schot, gissing, shot, opname, geschoten, ontsproten
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πυροβολισμός
πυροβολισμός φαρμάκη, πυροβολισμόσ στα εξάρχεια, πυροβολισμός σκύλου, πυροβολισμός στο κεφάλι σε.... απευθείας μετάδοση, πυροβολισμός ονειροκριτης, πυροβολισμός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, πυροβολισμός στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- πυρκαγιά στα ολλανδικά - ontslaan, schieten, vuurzee, ontzetten, vuur, ambitie, vlam, ...
- πυροβολικό στα ολλανδικά - artillerie, geschut, de artillerie
- πυροβολώ στα ολλανδικά - opwinding, brand, ijver, royeren, vuurzee, scheut, vlam, ...
- πυροβόλησα στα ολλανδικά - schot, gissing, schieten, neerschieten, schiet, te schieten, shoot
Τυχαίες λέξεις
Πυροβολισμός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: schot, gissing, shot, opname, geschoten, ontsproten
Μεταφράσεις: schot, gissing, shot, opname, geschoten, ontsproten