Σπιρτόζος στα ολλανδικά

Μετάφραση: σπιρτόζος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
geestig, snedig, gevat, geestige, grappige
Σπιρτόζος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σπιρτόζος

σπιρτόζος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, σπιρτόζος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • σπιρουνίζω στα ολλανδικά - prikkelen, spirounizo
  • σπιρούνι στα ολλανδικά - prikkelen, uitloper, aansporing, tackle, een tackle, spoor
  • σπιτικό στα ολλανδικά - gezin, huishouden, huishouding, eigengemaakt, zelfgemaakte, zelfgemaakt, huisgemaakte, ...
  • σπλήνα στα ολλανδικά - milt, de milt, milt-
Τυχαίες λέξεις
Σπιρτόζος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: geestig, snedig, gevat, geestige, grappige