Στιλπνός στα ολλανδικά
Μετάφραση: στιλπνός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
glanzend, glanzende, schitterend, luisterrijke
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στιλπνός
στιλπνός συνώνυμα, στιλπνός λεξικό, στιλπνός συνώνυμο, στιλπνός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, στιλπνός στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- στιγμιότυπο στα ολλανδικά - momentopname, snapshot, foto
- στιλβώνω στα ολλανδικά - schoensmeer, pools, schoencrème, polijsten, Pools, poetsen, poetsmiddel, ...
- στιφάδο στα ολλανδικά - goulash, stoven, stoofpot, hutspot, stew, hutspot van
- στοά στα ολλανδικά - galerij, galerie, Gallery, gallerij, Galeri
Τυχαίες λέξεις
Στιλπνός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: glanzend, glanzende, schitterend, luisterrijke
Μεταφράσεις: glanzend, glanzende, schitterend, luisterrijke