Στιλπνός στα πορτογαλικά

Μετάφραση: στιλπνός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
lustroso, brilhante, acetinado, lustrous, lustrosa
Στιλπνός στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στιλπνός

στιλπνός συνώνυμα, στιλπνός λεξικό, στιλπνός συνώνυμο, στιλπνός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, στιλπνός στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • στιγμιότυπο στα πορτογαλικά - instantâneo, snapshot, de instantâneo, captura instantânea, instantâneo de
  • στιλβώνω στα πορτογαλικά - lustrador, abrasar, polir, acariciar, política, polaco, lapidar, ...
  • στιφάδο στα πορτογαλικά - guisado, guisar, popa, ensopado, stew, ensopado de, guisado de
  • στοά στα πορτογαλικά - arcada, galeria, galeria de, galeria das
Τυχαίες λέξεις
Στιλπνός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: lustroso, brilhante, acetinado, lustrous, lustrosa