Τετραπλός στα ολλανδικά

Μετάφραση: τετραπλός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verviervoudigen, viervoudig
Τετραπλός στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τετραπλός

τετραπλός ροταριανός έλεγχος, τετραπλός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, τετραπλός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • τετραπέρατος στα ολλανδικά - snoezig, schrander, sluw, snugger, spits, pienter, schattig, ...
  • τετραπλασιάζω στα ολλανδικά - verviervoudigen, viervoudig, vierdubbele, viervoudige, vierpersoonskamers
  • τετριμμένος στα ολλανδικά - banaal, nietszeggend, gewoontjes, plat, alledaags, afgezaagd, shopworn
  • τεφροειδής στα ολλανδικά - asgrauw, tefroeidis
Τυχαίες λέξεις
Τετραπλός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: verviervoudigen, viervoudig