Τοίχος στα ολλανδικά

Μετάφραση: τοίχος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
wal, wand, muur, de muur, wall
Τοίχος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τοίχος

τοίχος trombe, τείχος του βερολίνου, τοίχος αναρρίχησης παλλήνη, τοίχος αναρρίχησης αθήνα, τοίχος ονειροκρίτης, τοίχος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, τοίχος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • τιτλοφορώ στα ολλανδικά - recht, het recht, recht geven, aanspraak, recht geeft
  • τμήμα στα ολλανδικά - deling, divisie, afdeling, branche, geleding, baanvak, vak, ...
  • τοιχογραφία στα ολλανδικά - muurschildering, mural, muurschilderingen, muurschildering van, wandschildering
  • τοκετός στα ολλανδικά - bevalling, de bevalling, geboorte, de geboorte, bevallingen
Τυχαίες λέξεις
Τοίχος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: wal, wand, muur, de muur, wall