Τοπικός στα ολλανδικά

Μετάφραση: τοπικός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
plaatselijk, lokaal, lokale, plaatselijke, de lokale
Τοπικός στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τοπικός

τοπικός καιρός, τοπικός πόρος, τοπικός παράγων, τοπικός βρόχος, τοπικός πόρος ανάπτυξης, τοπικός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, τοπικός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • τοπίο στα ολλανδικά - toneel, uitzicht, panorama, gezichtsvermogen, schouwspel, vergezicht, kijk, ...
  • τοπικά στα ολλανδικά - plaatselijk, lokaal, ter plaatse, lokale, plaatse
  • τοπογράφος στα ολλανδικά - landmeter, expert, surveyor, inspecteur, vastgoeddeskundige
  • τοποθέτηση στα ολλανδικά - plaatsing, stage, plaatsen, de plaatsing, plaatsing van
Τυχαίες λέξεις
Τοπικός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: plaatselijk, lokaal, lokale, plaatselijke, de lokale