Τουρίστας στα ολλανδικά
Μετάφραση: τουρίστας, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
toerist, toeristische, toeristisch, toeristen, toeristenbelasting
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τουρίστας
επαγγελματίας τουρίστας, ο τουρίστασ, τουρίστας ορισμός, τουρίστας travel, αλβανός τουρίστας, τουρίστας λεξικό γλώσσας ολλανδικά, τουρίστας στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- τουαλέτα στα ολλανδικά - toilet, privaat, kleding, secreet, wC, toiletten, toiletpapier
- τουλίπα στα ολλανδικά - tulp, tulip, tulpen, tuin tulp, tulp van
- τουρισμός στα ολλανδικά - toerisme, toerismepagina, het toerisme, toeristische, toeristenorganisaties
- τουριστικός στα ολλανδικά - toerist, Toeristische, toeristisch, toeristen, Tourismus, de toeristische
Τυχαίες λέξεις
Τουρίστας στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: toerist, toeristische, toeristisch, toeristen, toeristenbelasting
Μεταφράσεις: toerist, toeristische, toeristisch, toeristen, toeristenbelasting