Υαλώδης στα ολλανδικά

Μετάφραση: υαλώδης, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
glazig, glasachtig, glasachtige, glazige, glassy
Υαλώδης στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υαλώδης

υαλώδησ χόνδροσ, υαλώδης μετάπτωση, υαλώδης πορσελάνη, υαλώδης λεξικό γλώσσας ολλανδικά, υαλώδης στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • τύψη στα ολλανδικά - wroeging, berouw, compunction, scrupules, scrupule
  • τώρα στα ολλανδικά - wel, komaan, dadelijk, zo, thans, enfin, tegenwoordig, ...
  • υβριστικός στα ολλανδικά - grievend, krenkend, beledigend, scheldend, hekelende
  • υγεία στα ολλανδικά - gezondheid, de gezondheid, gezondheidszorg, gezondheid van, de gezondheid van
Τυχαίες λέξεις
Υαλώδης στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: glazig, glasachtig, glasachtige, glazige, glassy