Υλοποιούμαι στα ολλανδικά
Μετάφραση: υλοποιούμαι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
beseffen, bevatten, begrijpen, ylopoioumai
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υλοποιούμαι
υλοποιούμαι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, υλοποιούμαι στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- υλισμός στα ολλανδικά - materialisme, het materialisme
- υλιστικός στα ολλανδικά - materialistisch, materialistische, de materialistische, materiële, materialisme
- υλοποιώ στα ολλανδικά - materialiseren, voordoen, concretiseren, bewaarheid, gerealiseerd
- υνί στα ολλανδικά - ploegschaar, ploegijzer, kouter, ploegschaareenheid, ploeg-
Τυχαίες λέξεις
Υλοποιούμαι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: beseffen, bevatten, begrijpen, ylopoioumai
Μεταφράσεις: beseffen, bevatten, begrijpen, ylopoioumai