Beseffen στα ελληνικά
Μετάφραση: beseffen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υλοποιούμαι, καταλαβαίνω, κατανοώ, αντιλαμβάνομαι, συνειδητοποιούν, συνειδητοποιήσουμε, συνειδητοποιήσουν, συνειδητοποιήσει
Μεταφράσεις
- beschutting στα ελληνικά - καταφύγιο, καταφεύγω, προστατεύω, στέγη, καταφυγίου, στέγης, κάλυψη
- besef στα ελληνικά - αντίληψη, αισθήσεις, επίγνωση, γνώση, ευαισθητοποίησης, ευαισθητοποίηση, συνειδητοποίηση
- beslaan στα ελληνικά - κουρεύω, κομψός, κλαδεύω, παίρνω, καταλαμβάνω, ψαλιδίζω, κάλυμμα, ...
- beslag στα ελληνικά - ζύμη, κόλλα, εξαρτήματα, εξαρτημάτων, διαρρύθμιση, τα εξαρτήματα, Επιπλώσεις
Τυχαίες λέξεις
Beseffen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υλοποιούμαι, καταλαβαίνω, κατανοώ, αντιλαμβάνομαι, συνειδητοποιούν, συνειδητοποιήσουμε, συνειδητοποιήσουν, συνειδητοποιήσει
Μεταφράσεις: υλοποιούμαι, καταλαβαίνω, κατανοώ, αντιλαμβάνομαι, συνειδητοποιούν, συνειδητοποιήσουμε, συνειδητοποιήσουν, συνειδητοποιήσει