Υπόστεγο στα ολλανδικά
Μετάφραση: υπόστεγο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
loods, hut, barak, stulp, keet, schuur, werpen, vergieten, afwerpen, vergoten
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπόστεγο
ξύλινο υπόστεγο, υπόστεγο ορισμός, μεταλλικό υπόστεγο, υπόστεγο 4014, υπόστεγο 4178, υπόστεγο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, υπόστεγο στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- υπόνοια στα ολλανδικά - argwaan, wantrouwen, achterdocht, verdenking, vermoeden
- υπόξινος στα ολλανδικά - zure, zuur, Zurig, zuurhoudend, zuurrijke
- υπόσχεση στα ολλανδικά - verzeggen, uitloven, toezeggen, toezegging, beloven, belofte, uitloving, ...
- υπόσχομαι στα ολλανδικά - belofte, borgstelling, uitloven, toost, uitloving, toezegging, pand, ...
Τυχαίες λέξεις
Υπόστεγο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: loods, hut, barak, stulp, keet, schuur, werpen, vergieten, afwerpen, vergoten
Μεταφράσεις: loods, hut, barak, stulp, keet, schuur, werpen, vergieten, afwerpen, vergoten