Χαρίζω στα ολλανδικά

Μετάφραση: χαρίζω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ontzien, overbodig, sparen, schenken, doneren, te doneren, schenk, te schenken
Χαρίζω στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χαρίζω

χαρίζω οικόπεδα, χαρίζω φάρμακα εξωσωματικής, χαρίζω ρούχα, χαρίζω οικόπεδα χαρίζω χρέη σώζω ζωές, χαρίζω σκύλο, χαρίζω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, χαρίζω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • χαράζω στα ολλανδικά - graveren, graveer, te graveren, graveert, gegraveerd
  • χαράκωμα στα ολλανδικά - loopgraaf, greppel, geul, sleuf, trench
  • χαρακτήρας στα ολλανδικά - karakter, speler, geaardheid, figuur, merkteken, letter, persoon, ...
  • χαρακτηριστικό στα ολλανδικά - karaktertrek, trek, gelaatstrek, kenmerken, functie, feature, kenmerk, ...
Τυχαίες λέξεις
Χαρίζω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: ontzien, overbodig, sparen, schenken, doneren, te doneren, schenk, te schenken