Χαριτωμένος στα ολλανδικά

Μετάφραση: χαριτωμένος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
aardig, beminnelijk, vriendelijk, keurig, mooi, leuk, lief, schattig, schattige, leuke
Χαριτωμένος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χαριτωμένος

χαριτωμένος συνωνυμα, χαριτωμένοσ συνώνυμα, χαριτωμένος перевод, χαριτωμένος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, χαριτωμένος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • χαρακτηριστικό στα ολλανδικά - karaktertrek, trek, gelaatstrek, kenmerken, functie, feature, kenmerk, ...
  • χαρακτηριστικός στα ολλανδικά - eigenaardig, typisch, karakteristiek, kenmerk, kenmerkend, karakteristieke, kenmerkende
  • χαρούμενα στα ολλανδικά - vrolijk, opgewekt, vrolijke, jong, gezellige
  • χαρούμενος στα ολλανδικά - opgewekt, lustig, vrolijk, verblijd, blij, verheugd, goedgeluimd, ...
Τυχαίες λέξεις
Χαριτωμένος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: aardig, beminnelijk, vriendelijk, keurig, mooi, leuk, lief, schattig, schattige, leuke