Χειροτονία στα ολλανδικά
Μετάφραση: χειροτονία, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
priesterwijding, ordening, coördinatie, wijding, afstemming
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χειροτονία
χειροτονία πρεσβυτέρου, χειροτονία μητροπολίτου μαρωνείας και κομοτηνής, χειροτονία μητροπολίτη, χειροτονία ιερέα, χειροτονία μητροπολίτη κίτρους, χειροτονία λεξικό γλώσσας ολλανδικά, χειροτονία στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- χειροτέρευση στα ολλανδικά - achteruitgang, verslechtering, bederf, verslechtering van, aantasting
- χειροτερεύω στα ολλανδικά - verergeren, verslechteren, erger, verslechtert, toenemen
- χειροτονώ στα ολλανδικά - bestemmen, uittrekken, bevelen, voorschrijven, te wijden, verordenen
- χειρουργικός στα ολλανδικά - chirurgisch, chirurgische, operatieve, chirurgie, operatie
Τυχαίες λέξεις
Χειροτονία στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: priesterwijding, ordening, coördinatie, wijding, afstemming
Μεταφράσεις: priesterwijding, ordening, coördinatie, wijding, afstemming