Χορευτής στα ολλανδικά

Μετάφραση: χορευτής, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
danseres, danser, dancer, danser van, De danser
Χορευτής στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χορευτής

ευγένιος χορευτής, χορευτής εκ παρισίων, γεννημένος χορευτής, ρώσος χορευτής, σειληνός χορευτής, χορευτής λεξικό γλώσσας ολλανδικά, χορευτής στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • χορήγηση στα ολλανδικά - beheer, provisie, proviandering, voorraad, administratiekantoor, bevoorraden, toevoeren, ...
  • χορδή στα ολλανδικά - stemband, lijn, snaar, koorde, touw, snoer, akkoord, ...
  • χορεύω στα ολλανδικά - danspartij, dans, dansen, bal, jig, mal, kaliber, ...
  • χορηγία στα ολλανδικά - sponsoring, sponsorschap, sponsorship, Vrienden uitnodigen, uitnodigen
Τυχαίες λέξεις
Χορευτής στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: danseres, danser, dancer, danser van, De danser