Χοροστατώ στα ολλανδικά

Μετάφραση: χοροστατώ, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
chorostato
Χοροστατώ στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χοροστατώ

χοροστατώ λεξικό γλώσσας ολλανδικά, χοροστατώ στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • χορηγώ στα ολλανδικά - administreren, besturen, concessie, vergunning, beheren, minister, predikant, ...
  • χοροπηδώ στα ολλανδικά - springen, sprong, capriool, dartelen, dartel, gambol, ravotten
  • χορταίνω στα ολλανδικά - verzadigen, Sate, saté, verzadigt, afbakening
  • χορταστικός στα ολλανδικά - vulling, vullen, het vullen, vullend, vul-
Τυχαίες λέξεις
Χοροστατώ στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: chorostato