Χόνδρος στα ολλανδικά

Μετάφραση: χόνδρος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
dik, vettig, vet, gezet, vruchtbaar, lijvig, kraakbeen, Cartilage, het kraakbeen, van kraakbeen, kraakbeen te
Χόνδρος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χόνδρος

χόνδρος βιάννου, χόνδρος κρητικός, χόνδρος γονάτου, χόνδρος ηρακλείου, χόνδρος μύτης, χόνδρος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, χόνδρος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • χωριό στα ολλανδικά - dorp, dorpje, het dorp, village, plaats
  • χόμπι στα ολλανδικά - hobby, hobby is
  • χόρτο στα ολλανδικά - grassen, grasveld, gras, grass, het gras
  • χύνω στα ολλανδικά - morsen, val, werpen, schuur, vergieten, afwerpen, vergoten
Τυχαίες λέξεις
Χόνδρος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: dik, vettig, vet, gezet, vruchtbaar, lijvig, kraakbeen, Cartilage, het kraakbeen, van kraakbeen, kraakbeen te