Έντερο στα ουγγρικά
Μετάφραση: έντερο, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
folyókanyar, bél, bélben, belekben, belek, vékonybél
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έντερο
έντερο για λουκάνικα, έντερο στα αγγλικά, έντερο και εγκυμοσύνη, έντερο συμπτώματα, έντερο μήκος, έντερο λεξικό γλώσσας ουγγρικά, έντερο στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ένταση στα ουγγρικά - intenzitás, intenzitása, intenzitását, intenzitású, intenzitásának
- έντεκα στα ουγγρικά - tizenegy, Eleven, tizenegyezer
- έντεχνος στα ουγγρικά - szakképzett, szakszerű, szakszerűen, a szakszerűségre, szakszerűségre, hozzáértéssel
- έντιμος στα ουγγρικά - tiszteletreméltó, becsületes, őszinte, őszinte legyek, tisztességes, őszinték
Τυχαίες λέξεις
Έντερο στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: folyókanyar, bél, bélben, belekben, belek, vékonybél
Μεταφράσεις: folyókanyar, bél, bélben, belekben, belek, vékonybél