Αντιπαθητικός στα ουγγρικά
Μετάφραση: αντιπαθητικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
taszító, ledorongoló, unprepossessing
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντιπαθητικός
αντιπαθητικόσ και δυσάρεστοσ άνθρωποσ, αντιπαθητικός συνώνυμο, αντιπαθητικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αντιπαθητικός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- αντιμετώπιση στα ουγγρικά - szembesítés, konfrontáció, konfrontációt, összecsapás, a konfrontáció
- αντιπάθεια στα ουγγρικά - antipátia, elégedetlenség, elhidegülés, ellenszenv, ellenszenvvel, ellenszenvet, ellenszenvét, ...
- αντιπαθώ στα ουγγρικά - utál, gyűlölik, megvetem, utálják, gyűlölik a
- αντιπαράθεση στα ουγγρικά - fecsegés, határosság, recsegés-ropogás, nézeteltérés, érdekellentét, visszhangzás, egymás mellé helyezés, ...
Τυχαίες λέξεις
Αντιπαθητικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: taszító, ledorongoló, unprepossessing
Μεταφράσεις: taszító, ledorongoló, unprepossessing