Απαιτώ στα ουγγρικά

Μετάφραση: απαιτώ, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kereslet, igény, a kereslet, keresletet, keresleti
Απαιτώ στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απαιτώ

απαιτώ συνώνυμο, απαιτώ μετάφραση, απαιτώ in english, απαιτώ απαιτείς, απαιτώ συνώνυμα, απαιτώ λεξικό γλώσσας ουγγρικά, απαιτώ στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • απαισιόδοξος στα ουγγρικά - nyomasztó, mélabús, pesszimista, pesszimistának, borúlátó, pesszimisták
  • απαιτούμενος στα ουγγρικά - követelés, lejáró, jutalék, járandóság, szükséges, megfelelő, előírt, ...
  • απαλλάσσω στα ουγγρικά - felmentett, mentes, adómentes, mentesített, mentesül, mentesülnek
  • απαλλαγή στα ουγγρικά - szétosztás, felmentés, mentesség, mentességet, mentességi, adómentesség
Τυχαίες λέξεις
Απαιτώ στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: kereslet, igény, a kereslet, keresletet, keresleti