Απαλλάσσω στα ουγγρικά
Μετάφραση: απαλλάσσω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
felmentett, mentes, adómentes, mentesített, mentesül, mentesülnek
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απαλλάσσω
απαλλάσσω αρχικοι, απαλλάσσω αγγλικα, απαλλάσσω αντωνυμο, απαλλάσσω χρονοι, απαλλάσσω στα αγγλικα, απαλλάσσω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, απαλλάσσω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- απαιτούμενος στα ουγγρικά - követelés, lejáró, jutalék, járandóság, szükséges, megfelelő, előírt, ...
- απαιτώ στα ουγγρικά - kereslet, igény, a kereslet, keresletet, keresleti
- απαλλαγή στα ουγγρικά - szétosztás, felmentés, mentesség, mentességet, mentességi, adómentesség
- απαλλαγμένος στα ουγγρικά - felmentett, ingyenes, szabad, szabadon, ingyen, mentes
Τυχαίες λέξεις
Απαλλάσσω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: felmentett, mentes, adómentes, mentesített, mentesül, mentesülnek
Μεταφράσεις: felmentett, mentes, adómentes, mentesített, mentesül, mentesülnek