Δεσμευτικός στα ουγγρικά

Μετάφραση: δεσμευτικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kötelező, kötő, kötelező érvényű, kötelező erejű, kötési
Δεσμευτικός στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δεσμευτικός

δεσμευτικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, δεσμευτικός στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • δερμάτινος στα ουγγρικά - bőr, bőrből, bőrbe
  • δεσμίδα στα ουγγρικά - batyu, tágít, rizsma, ream, gyári csomagolású, rizsmából
  • δεσμεύω στα ουγγρικά - béklyó, béklyója, forma béklyója, kerékkötôje
  • δεσμοφύλακας στα ουγγρικά - börtönőr, börtönõr, porkoláb, őr, börtönőrnek
Τυχαίες λέξεις
Δεσμευτικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: kötelező, kötő, kötelező érvényű, kötelező erejű, kötési