Διασπαθίζω στα ουγγρικά
Μετάφραση: διασπαθίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
elherdálta, eltékozolni, elherdálni, eltékozolta, pazarló
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διασπαθίζω
διασπαθίζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, διασπαθίζω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- διασκορπίζομαι στα ουγγρικά - szór, scatter, szórás, szóródás, szórást
- διασκορπίζω στα ουγγρικά - szór, scatter, szórás, szóródás, szórást
- διασπείρω στα ουγγρικά - közbeszór
- διασπορά στα ουγγρικά - szétszórtság, szórás, diszperzió, diszperziós, diszperziót, diszperzióját
Τυχαίες λέξεις
Διασπαθίζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: elherdálta, eltékozolni, elherdálni, eltékozolta, pazarló
Μεταφράσεις: elherdálta, eltékozolni, elherdálni, eltékozolta, pazarló