Δονούμαι στα ουγγρικά
Μετάφραση: δονούμαι, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
lüktet, pulzálnak, lüktetni, pulzálni, pulzál
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δονούμαι
δονούμαι λεξικό γλώσσας ουγγρικά, δονούμαι στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- δολοφόνος στα ουγγρικά - gyilkos, gyilkost, gyilkosnak, gyilkosa
- δομή στα ουγγρικά - szerkezet, struktúra, szerkezete, szerkezetét, szerkezetének
- δορυφόρος στα ουγγρικά - mellékbolygó, műhold, műholdas, műholdas-, a műholdas
- δοσοληψία στα ουγγρικά - közlekedés, tranzakció, megkötés, ügylet, tranzakciós, ügyleti, tranzakciót
Τυχαίες λέξεις
Δονούμαι στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: lüktet, pulzálnak, lüktetni, pulzálni, pulzál
Μεταφράσεις: lüktet, pulzálnak, lüktetni, pulzálni, pulzál