Κρίση στα ουγγρικά
Μετάφραση: κρίση, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
megítélés, döntés, válság, válságot, válságra, válságból, válsággal
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κρίση
κρίση πανικού συμπτώματα, κρίση ασθματος, κρίση στην ουκρανία, κρίση επιληψίας, κρίση πανικού, κρίση λεξικό γλώσσας ουγγρικά, κρίση στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- κρίνος στα ουγγρικά - liliom, Lily, gyöngyvirág, liliomot
- κρίνω στα ουγγρικά - bíró, bírónak, bírói, A bíró, bírót
- κρίσιμος στα ουγγρικά - válságos, kritikus, kritikai, a kritikus, létfontosságú, fontos
- κραγιόνι στα ουγγρικά - pasztellkép, pasztell, pasztellkréta, Crayon, zsírkréta, kréta, zsírkrétával
Τυχαίες λέξεις
Κρίση στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: megítélés, döntés, válság, válságot, válságra, válságból, válsággal
Μεταφράσεις: megítélés, döntés, válság, válságot, válságra, válságból, válsággal