Ψίχουλο στα ουγγρικά

Μετάφραση: ψίχουλο, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kenyérbél, morzsa, morzsát, morzsaképző, dara
Ψίχουλο στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ψίχουλο

ψίχουλο λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ψίχουλο στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • ψήφος στα ουγγρικά - szavazás, szavazásra, szavazásban, szavazással, szavazást
  • ψίχα στα ουγγρικά - dióbél, kenyérbél, bél, béllel, pith, gerincét
  • ψαλιδίζω στα ουγγρικά - szorítóbilincs, nyakleves, állapot, birkanyírás, juhnyírás, kiegyensúlyozás, klipsz, ...
  • ψαλμός στα ουγγρικά - zsoltár, zsoltárt, zsoltára, zsoltárban, zsoltárból
Τυχαίες λέξεις
Ψίχουλο στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: kenyérbél, morzsa, morzsát, morzsaképző, dara