Άρτυμα στα ουκρανικά
Μετάφραση: άρτυμα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
приправа, витримування, старіння, приправи
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άρτυμα
άρτυμα λεμεσός, εστιατόριο άρτυμα, άρτυμα λεμονιού, άρτυμα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, άρτυμα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- άρρωστος στα ουκρανικά - хворий, блідий, жахливий, хворобливий, тужний, похмурий, злий, ...
- άρτιος στα ουκρανικά - навіть
- άρχοντας στα ουκρανικά - балакучість, пан, пане
- άρωμα στα ουκρανικά - запах, аромат, пахощі, духи, парфуми, почути, нюх, ...
Τυχαίες λέξεις
Άρτυμα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: приправа, витримування, старіння, приправи
Μεταφράσεις: приправа, витримування, старіння, приправи