Ακόλαστος στα ουκρανικά
Μετάφραση: ακόλαστος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
розпутний, розпусник, Распутник, розпутник
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακόλαστος
ακόλαστος συνωνυμα, ακόλαστος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ακόλαστος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ακυρότητα στα ουκρανικά - анулювання, нікчемність, незначність, ницість
- ακυρώνω στα ουκρανικά - знищити, відшкодування, касувати, відшкодовування, оплата, анулювати, прати, ...
- ακόλουθος στα ουκρανικά - помічник, супровідний, служитель, псаломщик, оператор, прислужник, після, ...
- ακόμα στα ουκρανικά - урівноважений, навіть, рівномірний, учора, вчора, справедливий, ще
Τυχαίες λέξεις
Ακόλαστος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: розпутний, розпусник, Распутник, розпутник
Μεταφράσεις: розпутний, розпусник, Распутник, розпутник