Αντεπίθεση στα ουκρανικά
Μετάφραση: αντεπίθεση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
рвати, здавати, побити, переміна, розламати, контратака, контратаку
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντεπίθεση
αντεπίθεση στον επισιτισμό, μαθητική αντεπίθεση, αντεπίθεση του μαρξισμού, αντεπίθεση blog, αριστερή αντεπίθεση, αντεπίθεση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αντεπίθεση στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ανταπόκριση στα ουκρανικά - зв'язок, листування, переписка
- αντεκδίκηση στα ουκρανικά - відплачувати, мстити, відплата, відплату, покарання, На межі темряви, межі темряви
- αντεπεξέρχομαι στα ουκρανικά - справитися, кожух, риза, упоратися, наручники, крити, будка, ...
- αντηχώ στα ουκρανικά - відлуння, луна, наслідувати, звучати, звучатиме, звучатимуть, лунати, ...
Τυχαίες λέξεις
Αντεπίθεση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: рвати, здавати, побити, переміна, розламати, контратака, контратаку
Μεταφράσεις: рвати, здавати, побити, переміна, розламати, контратака, контратаку