Αποσυναρμολογώ στα ουκρανικά
Μετάφραση: αποσυναρμολογώ, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
розібрати, збити
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποσυναρμολογώ
αποσυναρμολογώ λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αποσυναρμολογώ στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- αποστραγγίζω στα ουκρανικά - спуск, водовід, осушення, дренаж
- αποστροφή στα ουκρανικά - антипатія, відраза, небажання, огиду, апостроф, відразу, огида, ...
- αποσυνδέω στα ουκρανικά - роз'єднайте, відключати, розчіплювати, вимикати, відключатимуть, відключатиме, вимкнути
- αποσυνθέτω στα ουκρανικά - розчиняти, аналізувати, гнити, розкладатися, розпадатися, розпадатись
Τυχαίες λέξεις
Αποσυναρμολογώ στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: розібрати, збити
Μεταφράσεις: розібрати, збити