Ατομικότητα στα ουκρανικά

Μετάφραση: ατομικότητα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
індивідуалістичний, індивідуальність
Ατομικότητα στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ατομικότητα

ατομικότητα χημεία, ατομικότητα συνώνυμα, ατομικότητα φωσφόρου, ατομικότητα και συλλογικότητα, ατομικότητα θείου, ατομικότητα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ατομικότητα στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ατομικισμός στα ουκρανικά - одноособовий, особа, індивідуальний, суб'єкт, індивідуалізм
  • ατομικός στα ουκρανικά - атомний, атомне, невідворотний, атомна, людина, осіб, чоловік, ...
  • ατονία στα ουκρανικά - слабість, кволість, безсилля, слабкість, знесилля, слабость
  • ατονώ στα ουκρανικά - кволий, апатичний, нудний, млявий, занудливий, слабкість, слабість, ...
Τυχαίες λέξεις
Ατομικότητα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: індивідуалістичний, індивідуальність