Αφηνιάζω στα ουκρανικά
Μετάφραση: αφηνιάζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
понести, блискавиця, рулон, утеча, шворінь, болт, буйство, буяння
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αφηνιάζω
αφηνιάζω συνωνυμα, αφηνιάζω ετυμολογία, αφηνιάζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αφηνιάζω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- αφηγητής στα ουκρανικά - актор, акторе, диктор, оповідач, розповідач, рассказчик
- αφηγούμαι στα ουκρανικά - казати, озиватись, відзначити, літописець, хроніка, відзначати, перераховувати, ...
- αφθονία στα ουκρανικά - стікання, множину, безліч, надлишок, приплив, притоку, достаток, ...
- αφιέρωμα στα ουκρανικά - ознака, риса, особливість, жертва, жертву
Τυχαίες λέξεις
Αφηνιάζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: понести, блискавиця, рулон, утеча, шворінь, болт, буйство, буяння
Μεταφράσεις: понести, блискавиця, рулон, утеча, шворінь, болт, буйство, буяння