Λέξη: παρτιζάνος

Μεταφράσεις: παρτιζάνος

παρτιζάνος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
partisan

παρτιζάνος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
secuaz, guerrillero, partidario, partidista, partidaria, partidistas, partisano

παρτιζάνος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
zelot, enthusiast, Partisan, Anhänger, parteiisch, Parteigänger, Partisanen

παρτιζάνος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
adepte, enthousiaste, disciple, fanatique, partisan, partisane, partisans, partisanes, impartiale

παρτιζάνος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
partigiano, partigiana, di parte, partigiani, partisan

παρτιζάνος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
partidário, partidária, partisan, partidárias, partidários

παρτιζάνος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
enthousiast, dweper, partijdig, partizaan, aanhanger, partijdige, partijgebonden

παρτιζάνος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
партизан, протазан, приверженец, алебарда, сторонник, фанатик, партизана, партизанский, партизанское, партизанская

παρτιζάνος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
partisan, partisk, upartisk, parti, partiske

παρτιζάνος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
partisan, partisk, partisan-, opartisk, partiska

παρτιζάνος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
puolueellinen, puolueettomien, puolueellisesti, puolueettoman, puolueellista

παρτιζάνος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
partisan, upartisk, partisk, partipolitisk, partiske

παρτιζάνος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
stoupenec, partyzán, přívrženec, přívržence, partyzánské, partyzána

παρτιζάνος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
partyzant, zwolennik, stronnik, partyzanta, partyzancki, partyzantem

παρτιζάνος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
partizán, pártatlan, pártos, partizánok, részrehajló

παρτιζάνος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
partizan, yandaş, partizanca, taraflı

παρτιζάνος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
прибічник, фанатичний, фанатик, партизан, партизанів

παρτιζάνος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
partizan, partizane, partiake, partiak, paanshme

παρτιζάνος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
партизанин, партизански, партизанска, партизанското, партизанските

παρτιζάνος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
партызан, Навіны, партызанаў, Навіны Беларусі, Пакінуць

παρτιζάνος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
partisan, pooldaja, partisanide, erakondlikku, erakondlike, erakondlikel

παρτιζάνος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
pristalica, partizan, partizanski, partizana, nestranačka, partizanske

παρτιζάνος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
flokksmaður, hlutdrægur

παρτιζάνος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
partizanas, partizanų, partizano, partizaninis, šališkas

παρτιζάνος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
piekritējs, partizānu, nepārsūdzami, neitrāli, partizāns

παρτιζάνος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
партизанска, партизанските, партизан, партизански, партиски

παρτιζάνος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
partizan, partizană, partizane, partizani, de partizani

παρτιζάνος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
partizan, partisan, partizanska, partizana, partizanski

παρτιζάνος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
fanatický, partizán
Τυχαίες λέξεις